Μουνιχία

Μουνιχία
Αρχαία ονομασία πειραϊκής χερσονήσου, όπου υψώνεται σήμερα ο λόφος του Προφήτη Ηλία. Οι αρχαίοι ονόμαζαν Μ. τον λόφο, το ψηλότερο δηλαδή σημείο της χερσονήσου, όπου υπήρχαν διάφορα ιερά και θέατρο. Η ετυμολογία της λέξης είναι άγνωστη. Ορισμένοι ερευνητές δέχονταν ως δεύτερο συνθετικό της τη λέξη όνυχα, γι’ αυτό και το έγραφαν «Μουνυχία». Ωστόσο, η αρχαιότερη σωζώμενη επιγραφή αναφέρει τη λέξη με ι, γεγονός που οδήγησε στην άποψη ότι η λέξη προέρχεται από το επίθετο μούνος ή μόνος, που σημαίνει τον μοναχικό και τον απομονωμένο. Σύμφωνα πάντως με μία παράδοση, η χερσόνησος ονομάστηκε έτσι από τον ήρωα Μούνιχο, που όπως αναφέρεται σε ένα σχόλιο του Περί στεφάνου λόγου του Δημοσθένη, ήταν τοπικός βασιλιάς και είχε επιτρέψει στους κατοίκους του βοιωτικού Ορχομενού να εγκατασταθούν στο Πειραιά. Έτσι οι Ορχομένιοι, από ευγνωμοσύνη, ονόμασαν τη θέση όπου εγκαταστάθηκαν Μ. Στους νεώτερους χρόνους διατυπώθηκαν και άλλες απόψεις για το ζήτημα αυτό, όπως ότι ο Μούνιχος ήταν εισβολέας από τη Θράκη ή ότι η λέξη Μ. δεν έχει ελληνική ρίζα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Μουνιχία — Μουνιχίᾱ , Μουνιχίη fem nom/voc/acc dual Μουνιχίᾱ , Μουνιχίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουνιχίᾳ — Μουνιχίᾱͅ , Μουνιχίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουνιχία — η 1. ολόφος της χερσονήσου του Πειραιά, η Καστέλα. 2. το φυσικό λιμανάκι που σχηματίζεται κάτω από την Καστέλα, το Μικρολίμανο (Τουρκολίμανο) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μουνιχίας — Μουνιχίᾱς , Μουνιχίη fem acc pl Μουνιχίᾱς , Μουνιχίη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουνιχίαι — Μουνιχίᾱͅ , Μουνιχίη fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μουνιχίαν — Μουνιχίᾱν , Μουνιχίη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

  • φωκίων — (περίπου 397 – 318 π.Χ.). Αθηναίος στρατηγός και πολιτικός της ολιγαρχικής παράταξης. Το 349 κέρδισε μια μάχη στις Ταμύνες της Ευβοίας κατά των Ευβοέων, που είχαν αποστατήσει, χωρίς όμως να πετύχει οριστικά αποτελέσματα. Μολονότι είχε πιστέψει… …   Dictionary of Greek

  • Mounichies — Les Mounichies du grec ancien Μουνιχία étaient une fête religieuse qui se déroulaient en Attique en l’honneur de la déesse Artémis Munichia, dont le temple se trouvait sur la colline homonyme au Pirée. Elle servit aussi à commémorer la bataille… …   Wikipédia en Français

  • Mounikhies — Mounichies Les Mounichies du grec ancien Μουνιχία étaient une fête religieuse qui se déroulaient en Attique en l’honneur de la déesse Artémis Munichia, dont le temple se trouvait sur la colline homonyme au Pirée. Elle servit aussi à commémorer la …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”